Συζητήσεις για το βιβλίο "Ίχνη στο χιόνι".

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010


Πολύ καιρό άφησα αυτό το blog χωρίς ενημέρωση (η αλήθεια είναι ότι δεν έχω αντιληφθεί πολλά λιποθυμικά επεισόδια φανατικών αναγνωστών εξαιτίας αυτού του πράγματος· αυτό δεν πάει να πει ότι δεν έχουν υπάρξει βέβαια...). Γενικά αφενός έχω πολλές (κινηματικές) δουλειές, για να καταφέρνω να είμαι συνεπής στην ενημέρωση ενός blog, αφετέρου δεν έχω συνηθίσει σ' αυτή την ιστορία ακόμα: νιώθω ότι μου πάει καλύτερα το χαρτί....

Όπως και να χει, ευελπιστώ αυτό να αλλάξει από εδώ και πέρα, στο μέτρο του εφικτού.
Δημοσιεύω εδώ κάποιες παρατηρήσεις μιας πολύ αγαπητής συντρόφισσας και φίλης, της Η., που μου έστειλε με αφορμή την ανάγνωση του βιβλίου. Σύντομα θα προσπαθήσω να απαντήσω σε κάποια από τα ζητήματα που βάζει.



Κάποιες σημειώσεις για το βιβλίο «Ίχνη στο χιόνι»


Οι σημειώσεις θα παραπέμπουν σε συγκεκριμένες σελίδες. Σε γενικές γραμμές, η άποψη του βιβλίου συνολικά είναι άποψη που με βρίσκει σύμφωνη. Είναι γεγονός ότι δε μου είπε πράγματα που δεν έχω σκεφτεί ή που δεν έχω ξανακούσει (αφού δεν υπάρχει παρθενογένεση), είπε όμως πράγματα που σίγουρα δεν ακούγονται ούτε γράφονται στο γενικότερο ‘αντι’ χώρο. Οι σημειώσεις που έχω κάνει αφορούν σκέψεις ή προβληματισμούς κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης και στέλνονται κατόπιν παράκλησης του συντρόφου που έγραψε το βιβλίο, σε άλλη περίπτωση θα μου ήταν αρκετό να τα συζητήσω κάποια στιγμή μαζί του (αλλά αφού το γραπτό αποζητά μια γραπτή απάντηση, let it be):

Α. Σελ. 27 «Σε μια τέτοια παγίδα....εκστατικά ακροατήρια». Θεωρώ ότι η κριτική που κάνεις είναι αυστηρή σε σχέση με το ζήτημα του αντιεμπορευματικού, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη του ότι δεν μπορούν εύκολα να δίνονται απαντήσεις σε όλες τις πτυχές ενός ζητήματος (εκστατικά ακροατήρια, καπιταλιστική σχέση, εμπόριο, καλλιτεχνική φτώχεια κ.α.) όταν τα άτομα που απαρτίζουν τέτοιες διαδικασίες είναι λίγα και όταν αυτοί που κάνουν την κριτική (όπως εσύ) δεν αντιπροτείνουν ή συμμετέχουν σε ανάλογα σχήματα, άρα η κριτική που δεν προέρχεται από την εμπειρία και την τριβή στην πράξη του ζητήματος το οποίο επιθυμεί να θίξει, καταλήγει πολλές φορές να δείχνει μια διάθεση ανάλυσης σε θεωρητικό επίπεδο το οποίο δεν προχωρά απαραίτητα (και μάλιστα η μικρή μου εμπειρία δείχνει ότι ίσως να τους δίνει και τη χαριστική βολή, όχι απλά δεν τα προχωρά) τις διαδικασίες πρακτικά, άρα και μου τίθεται το ερώτημα: ‘ποία η αξία χρήσης της;’

Β. Σελ. 62 «Επειδή δηλαδή...νέο κεφάλαιο». Το παράδειγμα με την Αυστραλία ήταν μέρος της ιστορίας του κυρίου Πηλ ή δική σου εφεύρεση; Στην Αυστραλία η ίδια η συνθήκη της γης οδηγεί σε ‘μη καπιταλισμό’; Εξηγείς παρακάτω βέβαια ότι το κεφάλαιο είναι παραγωγή κέρδους και μετεπένδυση με τρόπο αρκετά σαφή..αλλά το σημείο με την Αυστραλία με προβλημάτισε λιγάκι..και μου φάνηκε αστείο ή μπορεί να μην το κατάλαβα και να θέλει παραπάνω επεξήγηση.

Γ. Σελ. 98 «Στις αναλύσεις του ανταγωνισμού...Είμαστε εμείς». Καταρχήν το ζήτημα της κοινωνικής αντιβίας για τη διεκδίκηση των αιτημάτων που θεωρούνται ΄ρεφορμιστικά’ ομολογώ ότι δεν καταλαβαίνω πως ακριβώς τίθεται (θέλω επεξήγηση). Επίσης, θα μπορούσε κανείς να πει πως μια αισιόδοξη σκέψη του τι προσφέρουν τα κινήματα ή σε τι αντιπαρέρχονται του καπιταλισμού θα κατέληγε στο συμπέρασμα (λίγο μάτριξ κατ’εμέ) ότι η αντίφαση του καπιταλισμού είναι η ύπαρξή μας και όχι η σύγκρουση των παραγωγικών δυνάμεων. Η δική μου άποψη (που φυσικά δεν είναι τόσο διαβασμένη ή τόσο επεξεργασμένη όσο η δική σου) λέει πως πολλοί από τους αγώνες μέσα στην ιστορία τελικά έχουν εξελίξει τον καπιταλισμό, τον έχουν βελτιώσει, τον έχουν εξαγριώσει (κι αυτό το λέω γιατί αναφέρεις παρακάτω ότι αγώνας είναι κάθε συλλογική διεκδίκηση – σελ 102 – άρα σ’αυτούς τους αγωνιστές και μέλη μιας αντίφασης με την ίδια λογική θα μπορούσε στη σημερινή καπιταλιστική συνθήκη στην Ελλάδα να είναι και η Πασκε, δάκε κλπ).
Επίσης, σ’αυτό το σημείο αναρωτιέμαι για το πως γίνεται, αφού εμείς αποτελούμε την αντίφαση και τη σύγκρουση του καπιταλισμού, πολλοί πολιτικοί και κοινωνικοί αγώνες της ιστορίας να έχουν αφήσει ένα αποτύπωμα μάλλον θλιβερό στο μέλλον σε σχέση με το τι αποτέλεσαν; Κι αυτό το αποτύπωμα δεν είναι άλλο από τη χρησιμοποίηση αυτών των αγώνων και των αιτημάτων τους (κρίνοντας δηλαδή εκ του αποτελέσματος) από το χ ‘κεφάλαιο’ για να δημιουργήσει ακριβώς αυτό το οποίο αυτοί οι αγώνες δεν ήθελαν: Το μαστίγωμα ‘με το γάντι’. Γιατί αυτό τελικά ήταν ΚΑΙ απόρροια του χειρισμού των ανταγωνιστικών αυτών υποκειμένων, όπως τα ονομάζεις, της ιστορίας; Η πρώτη και εύκολη απάντηση που σκέφτομαι δεν είναι: ‘Επειδή αυτά τα υποκείμενα δεν είχαν διαβάσει το ίχνη στο χιόνι και την προλεταριακή εμπειρία για να ξέρουν πως να αντιδράσουν’, αλλά επειδή αυτά τα υποκείμενα πολλές φορές τελικά δεν υπήρξαν μέρος μιας αντίφασης ή μέρος ενός ανταγωνιστικού προς τον καπιταλισμό αγώνα, απλά αποτέλεσαν τρόπο για τη βελτίωση του, για τη χρήση του ‘ με το γάντι’. Άρα, διαφωνώ με το ότι κι αν γίνεται καλό είναι, ας γίνεται και αναρωτιέμαι πως γίνεται να θεωρούμε ότι η αντίφαση του καπιταλισμού είμαστε εμείς; Τι μας δίνει το πάτημα; Και η ιστορία δείχνει τελικά ότι δεν είναι όλα για καλό, και δεν αποτελούν όλα αντίφαση και διάβρωση του καπιταλισμού…μπορεί να αποτελέσουν και την προώθησή του τελικά. Εν τέλει, θεωρώ ότι είναι μεγάλες κουβέντες ακόμη για έναν τόσο μικρό ‘χώρο’ και τόσο μικρά βήματα. [1]

Δ. Σελ. 114 «Λέμε ότι η έρευνα...οι ίδιοι στην διάρκειά του». Αντιλαμβάνομαι τη χρήση και σημασία αυτής της έρευνας όταν μπορεί και να πραγματοποιηθεί, όταν της αντιστοιχεί. Σε ένα κίνημα – μόρφωμα που αριθμεί δεν αριθμεί 200 άτομα, αντικειμενικά δεν μπορούμε να μιλάμε για έρευνα (και αναφέρομαι στην έρευνα που προσπαθήσαμε να κάνουμε με τους φοιτητές). Αυτό που θα θεωρούσα πιο απτό προταγματικά θα ήταν η μορφή της έρευνας που λες να είναι εκείνη της παρατήρησης και ανάδειξης των υποκειμένων του κοινωνικού ανταγωνισμού που χρειάζονται κατά τον ερευνητή – παρατηρητή την ώθηση, βοήθεια για να συλλογικοποιηθούν περαιτέρω.

Ε. Σελ. 121 «Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για τον λόγο...στην αγωνιζόμενη υποκειμενικότητα» Νομίζω ότι θέλει μια παραπάνω επεξήγηση το ζήτημα της φαινομενολογίας των αφηγήσεων. Εμένα ακόμη δε μου είναι ξεκάθαρο αν και με ποιο τρόπο συμφωνώ με αυτό που προτείνεις. Το ζήτημα, επίσης, της ανάλυσης των κοινωνικών σχέσεων των ερευνώμενων υποκειμένων καλώς να γίνεται αλλά από ποιούς θα γίνεται; Δεν είναι κι αυτό ένα θέμα; Με ποιο τρόπο αυτοί που ερευνούν και κάνουν και αυτήν την ανάλυση μπορούν να βοηθήσουν αυτό το «δυναμικό υπόλοιπο, που αφορά τις μοριακές διεργασίες που αναδύονται...και αναζητούν τρόπους να το κάνουν» να ανακαλύψουν αυτούς τους αγώνες και τους τρόπους; Κι αυτό το λέω γιατί και οι κριτές τους, οι ερευνητές (προφανώς δεν μπορούν και δεν είναι και θεμιτό όλοι να ασχολούνται με την έρευνα) θα έχουν συγκεκριμένα εργαλεία χρήσης και αντίληψης της ανταγωνιστικότητας και το πως αυτή εκφράζεται (θυμίζω τις απόψεις μας για τους ‘emo’ κατά τη διάρκεια της έρευνας και τι μπορεί να λέμε σήμερα). Τέλος πάντων, μπορεί απλά το σημείο να χρειάζεται μια παραπάνω εξήγηση.

Στ. Σελ 130 «Γιατί όμως συνέβη αυτό;...κρυμμένο μυστικό κάθε ιδεολογίας (σελ 132)». Το ζήτημα των μετανατών είναι αρκετά μεγάλο θέμα για να συζητηθεί σε μερικές γραμμές (άσε που δε με εμπνέει κιόλας πολύ η κουβέντα μέσω γραπτών). Μην ξεχνάς ότι επιπλέον είναι ένα θέμα το οποίο είναι και πολύ δικό μου και αρκετά προσωπικό, οπότε δεν ξέρω αν μπορώ να κάνω απλά τον κριτή.. Επίσης, δεν μπορώ να τοποθετηθώ σε σχέση με το μεταναστευτικό αφού δεν καταλαβαίνω και καποια δική σου άποψη ή δε βλέπω σε αυτό το σημείο τη δική σου θέση. Αυτό που αντιλαμβάνομαι είναι ότι θέλεις περισσότερο να αναδείξεις το ζήτημα και την προβληματικότητα της ιδεολογίας και όχι να μιλήσεις για το μεταναστευτικό. Το ερώτημα που μου προκύπτει είναι το γιατί έπιασες το μεταναστευτικό για να μιλήσεις για την προβληματική της ιδεολογίας; Ποιο είναι αυτό που σε τρώει σε σχέση με το μεταναστευτικό και γιατί το θεωρείς τόσο κομβικό; Αν δεν ήταν εσκεμμένο ή δε εμμέσως να μιλήσεις και για το μεταναστευτικό, τότε θα σχολίαζα ότι απλά είναι ατυχές το παράδειγμα που χρησιμοποιείς. Αν, από την άλλη, θέλεις να αναδείξεις την προβληματικότητα του μεταναστευτικού σε σχέση με το ζήτημα αυτό τότε θα διαφωνήσω και θα πω ότι η άποψή σου για το μεταναστευτικό θέλει πολύ συζήτηση ακόμη, την οποία ευχαρίστως να την κάνω από κοντά και προφορικά, όχι στην κριτική.

Ζ. Σελ 136 «Βασισμένοι σε αυτή την αντικειμενικότητα...μαζί άλλωστε με τον εαυτό της (σελ 139)». Συμφωνώ πολύ με την άποψη και μου αρέσει και το σημείο που τονίζει πως αυτή η εκούσια δέσμευση είναι η μόνη που δε νοείται ως διαχωρισμός. Πολύ καλό...

Η. Σελ 152 «Στο ερώτημα λοιπόν...της ανταγωνιστικής υποκειμενικότητας». Αυτό το ζήτημα της εμπειρίας με προβληματίζει. Δεν ξέρω αν θα έλεγα ότι είναι η δική του εμπερία στην αλληλεπίδραση της με την εμπειρία της αγωνιζόμενης συλλογικότητας...η σύνθεση της εμπειρίας με τις πολιτικές μορφές κ.ο.κ. Μου ακούγεται κάπως σαν να αποτελούν ξεχωριστά πράγματα αυτά τα δύο. Για μένα η εμπειρία αυτή δεν είναι άλλη από εκείνη που αναφέρεις νωρίτερα και που αναφέρεται και στην μετάφραση του Λεφόρ περί συνείδησης και συνειδητοποίησης. Αυτή η εμπειρία μέσω της οποίας η θέση του καθενός είναι πλήρως συνειδητοποιημένη και αποτελεί οδηγό που κατευθύνει τις πράξεις και τις σκέψεις του, η συνείδηση που συντονίζεται και υπάρχει με άλλες συνειδήσεις που ενώνονται μέσω της κοινής ταξικής – κοινωνικής τους θέσης.

Θ. Σελ 156 «Η πολιτική υποκειμενικότητα της αμφισβήτησης...όπως κάνει το εγχώριο κόμμα της αναρχίας». Σε αυτό το σημείο η παρατήρηση αφορά την αυστηρότητα που ενδεχομένως διακατέχει την κριτική σου. Πρέπει να αντιληφθεί κανείς ότι οι διαδικασίες φτάνουν και σε αδιέξοδα και στην τελική που ξέρεις εσύ με ποιό τρόπο γράφεται αυτό το σύνθημα τόσο από τους αυτόνομους όσο και από τους αναρχικούς...και εγώ θα σου πω και το άλλο..ότι αυτοί που ενδεχομένως έχουν καταλάβει τόσο καλά τη σημασία του..δε γράφουν συνθήματα, αρκούνται να τα συζητάνε. Απ’αυτούς τους δύο, διαλέγω τους πρώτους που μπορεί να μην ξέρουν ακριβώς τι σημαίνει γι’αυτούς, μπορεί να μην πέφτουν σε αντιφάσεις (αυτό είναι επίσης ουτοπικό, δεν υπάρχει κοινωνική δραστηριότητα χωρίς αντιφάσεις, τότε θα ήταν όλα τέλεια) αλλά τουλάχιστον κινούνται και πράττουν...και στην τελική ‘τα μπουκάλια στις πορείες και η εκτροπή που λες ότι είναι ένα θέμα’.Κι εγώ μπορώ να το πω και να το πιστέψω. Εσύ δηλαδή δεν τους θεωρείς αυτούς ‘υποταγμένους και μικροαστούς’, ίσως και εχθρούς σου στην ταξική πάλη; Μόνο η αναρχία τους θεωρεί; Κι αν ναι, πως αντιμετωπίζεις τις πορείες τους; Ας αναρωτηθούμε λιγάκι κι εμείς που τοποθετούμαστε τελικά και θεωρητικά, άλλα πιο σημαντικά, και πρακτικά, πριν εκσφενδονίσουμε διαχωρισμούς και αυστηρές κριτικές που μόνο σ’αυτό μπορούν να μείνουν.

Ι. Σελ 164 «Κάτι άλλο που κάνει αυτή η πραγματικότητα...πράττουν ακριβώς το ίδιο». Μου φαίνεται λίγο έωλο αυτό που λες. Τα σύνορα Mεξικού Aμερικής (κατά μήκος των συνόρων) η περιοχή είναι γνωστή ως η περιοχή των μακιγιαδόρες (maquiladores) κι αυτό γιατί υπάρχει ένα ιδιότυπο καθεστώς φοροαπαλλαγής και πολλοί επιχειρηματίες έχουν μεταφέρει κομμάτια της παραγωγής στα σημεία αυτά πληρώνοντας μεξικανούς σε αμερικάνικο έδαφος τους μισθούς του μεξικό. Η πληρωμή γίνεται με το κομμάτι και βασίζεται πάντα στη ζήτηση για εξαγωγή της παραγωγής, άρα είναι συνήθως εποχιακή εργασία. Οι μεξικανοί που έχουν χτίσει κατά μήκος των συνόρων (και μιλάμε για παράγκες, όχι για ελληνικά αυθαίρετα) δουλεύουν 6 μήνες ή όσους χρειάζονται στα σύνορα και τους υπόλοιπους σε μεγαλογαιοκτήμονες του νότου της αμερικής, άρα δεν πηγαίνουν εκεί για να φάνε τα λεφτά και να καλοπεράσουν όπως λές, το αντίθετο, εκεί τους πάει η εργασία τους και η κοινωνικοοικονομική συνθήκη. Αρα, ειδικά το σημείο που αναφέρεις όσο και το γεγονός ότι πολλοί βαλκάνιοι κάνουν το ίδιο (που το έχεις δει αυτό????) δεν αποτελεί ούτε υψηλή ζήτηση ούτε ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά, θεωρώ ότι κάνεις λάθος.

Η

[1] Σ’αυτό το σημείο διευκρινίζω ότι δεν έχω διάθεση να ισοπεδώσω τους αγώνες και τελικά γι’αυτό τους επιλέγω και χωρίς αυτούς θα χαθούμε, γι’αυτό είμαι σίγουρη. Δεν υπάρχει καμία άλλη λύση πέρα απ’τον αγώνα αλλά τελικά για να είναι σωστός και αποδοτικός νομίζω ότι μια φόρα στην ιστορία πρέπει να αντιλαμβάνεται τις διαστάσεις του και να λειτουργεί με βάση αυτές. Μόνο έτσι θα φουντώσει και δε θα σβήσει στην ιστορία. Τα σχόλια είναι επειδή υπάρχει η διαφωνία μάλλον στην άποψη για τον αγώνα. Εσύ θεωρείς ότι και να γίνεται καλό, εγώ θεωρώ ότι πρέπει να γίνεται μόνο το καλό. Τα υπόλοιπα από κοντά.


4 σχόλια:

reddove είπε...

μια συμβουλη τεχνικης φυσης μοναχα

το να βαζεις σκουρο χρωμα πισω με μαυρη γραμματοσειρα δεν ειναι καλη ιδεα, κουραζει πολυ το ματι. Kαλο ειναι νομιζω γενικα να επιλεγεις πολυ σκουρο μπακγκραουντ με ανοιχτοχρωμη γραμματοσειρα (οπως στο ιντυμηντια) ή ανοιχτο μπακγκραουντ με σκουρα γραμματοσειρα.

Ειναι νομιζω ζητημα αντιθεσης. Και επειση τα κειμενα που δημοσιευεις ουτε χωνευονται ευκολα ουτε ειναι μικρα, καλο θα ηταν να διευκολυνεται η αναγνωση τους καπως.

Και τελοσπαντων, μιας και σχολιαζω, μου αρεσε το βιβλιο σου. Ειχε ενδιαφερον και οσον αφορα την αντιληψη που το διεπει δεν εχω υποψιν μου αντιστοιχες περιπτωσεις αλλων βιβλιων. Και ειδικα σε ολο το διαστημα μετα το δεκεμβρη νομιζω γινεται πιο επικαιρο ακομα, καθως βλεπουμε (η τουλαχιστον εγω βλεπω) την υποχωρηση πολλων παραδοσιακων αντιληψεων στο ανταγωνιστικο κινημα. Την παρουσα κριτικη θα την κοιταξω μολις βρω χρονο, γιατι θα πρεπει να ξανακοιταξω και το βιβλιο αφου αναφερεται σε αυτο με συγκεκριμενες παραπομπες.

Η. είπε...

Ευχαριστώ για το σχόλιο και την συμβουλή φίλε, έκανα ήδη μια δοκιμή.
(καλύτερα;).

Ανώνυμος είπε...

Κι εγώ τα ίδια με το σύντροφο reddove, έχει πολύ ενδιαφέρον το βιβλίο και με ενδιαφέρει σαν οπτική η κεντρικότητα του αγώνα που βάζει. Και πραγματικά ξεπηδάνε νέοι αγώνες που βάζουν παραδοσιακές αντιλήψεις στο περιθώριο.

Επιφυλάσσομαι κι εγώ για αργότερα να υποβάλλω κάποια σχόλια/παρατηρήσεις, μάλλον προς το στυλ του αρσέν διατυπωμένες, σκόρπια σχόλια δλδ.

Μια πρόχειρη παρατήρηση μόνο, σχετικά με το θέμα των μεταναστών. Συμφωνώ ότι ο τρόπος για να ιδωθεί το ζήτημα είναι του εκμεταλλευόμενου/καταπιεζόμενου υποκειμένου, όπως ακριβώς είμαστε κι εμείς. Το να τους δούμε όμως νέτα σκέτα σαν συναδέλφους, αναιρεί ακριβώς αυτή την υλική συνθήκη που βιώνουν.
Π.χ. σε σχέση με την Κούνεβα. Προφανώς όταν εμείς σηκώνουμε κεφάλι, τα αφεντικά επιτίθενται. Γιατί η επίθεση γίνεται με βιτριόλι όμως; Μήπως έχει να κάνει με το ότι το οξύ αποτελεί μέσο τιμωρίας και πειθάρχησης γυναικών; Γιατί τα αφεντικά δεν τόλμησαν να επιτεθούν με τον ίδιο τρόπο στην Τσούνη ή την Παπαθανάση; Μήπως έχει να κάνει με το γεγονός ότι ήταν μετανάστρια από χώρα, ας πούμε, του β' κόσμου;

Με όλα αυτά σε καμία περίπτωση δε θέλω να πω ότι 'της επιτέθηκαν γιατί ήταν μετανάστρια και γυναίκα'. Ξέρουμε καλά ότι ήταν η ταξική της στάση στην εργασία την οποία έπρεπε να καταστείλουν τα αφεντικά. Αλλά και οι άλλες παράμετροι είναι ζητήματα που πρέπει να θίξουμε όταν καταπιανόμαστε με έναν αγώνα και προσπαθούμε να καταλάβουμε τη σύνθεση, τη συνείδηση και τα όρια των υποκειμένων και να έχουμε λόγο και πρακτικές ριζοσπαστικές σε σχέση με αυτά.

Ε.

Η. είπε...

Ε.
Οκ, συμφωνούμε.
Μέσα σ'αυτό το εκμεταλλευόμενος/ καταπιεζόμενος σαν γενικό σχήμα ερμηνείας, χωράνε προφανώς πολλές ιδιότητες, δηλαδή πολλές κοινωνικές σχέσεις. Γιατί τελικά οι ιδιότητες/ χαρακτηριστικά/ ρόλοι: γυναίκα/ μετανάστρια/ εργάτρια/ καθαρίστρια/, κλπ, κλπ, είναι κοινωνικές διαδικασίες των οποίων είναι κομμάτι μια πολύπλοκη κοινωνική ύπαρξη, όπως η Κούνεβα (πράγμα που ισχύει για όλους μας, όχι μόνο γι'αυτήν).
Συμφωνούμε επίσης ότι για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτή την πολυπλοκότητα πρέπει να εντοπίσουμε την κεντρική (ή τις κεντρικές) κοινωνικές σχέσεις, αυτές δηλαδή που παίζουν τον πιο καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική ύπαρξη της Κούνεβα (και του κάθε ανθρώπου).
Χωρίς φυσικά να περιφρονήσουμε όλες τις άλλες και χωρίς να πέσουμε στα δίχτυα του ντετερμινισμού.
Αν στο συγκεκριμένο κείμενο, ή στο βιβλίο δεν διακρίνεται αυτή η σύμπτωση των οπτικών μας, πίστεψε με: αυτή είναι και η δική μου οπτική.

υ.γ. Ευχαριστώ για το σχόλιο και περιμένω με χαρά και τις υπόλοιπες παρατηρήσεις/ σχόλια που "υποσχέθηκες".
Ηοbo





Hobo